ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Η Γκρήκο στην Νότια Απουλία.- Eufemia Attanasi (Φύλλο 21)





της Eufemia Attanasi, Φιλολόγου από το Soleto (Le, Italia)

“Kalimera is olu. Telo na gràtso dio loja is grika. 
Ime apù Sulitu, ‘a paìsi griko, atti Grecìa Salentina. 
O Griko ene mia glossa pu milìete ankòra sìmmeri attus christianù plèon palèu is mìa  a’ ttes dio glossikès chore pu vrìskonte sin Itàlia tu Notu, sin Grecìa Salentìna. 
O Griko sìmmeri, puru ka ton ansegnèone ses skole elementàri ce mèdie pu stèone is tutti’ cchora, assadìa assadìa pai na chatì ja kappòssu motivu, pu sòzone ine ekonòmiku ce polìtiku. Ce jatì echi tutto perìkulo, ene anghiastì na to filàtsome kundu ‘na pprama pu appartenèi si’ kkultùra mediterrànea. Etèlamo o griko na min svistì, na kulusìsi na zìsi tòsso cerò ankora.
Kai tòsso èrkete sti skòla-mmu tòsson ghèno atti Grecia, jatì tèlune na kùsune pos milùme Grika: lène ka e glossa – mma ène e glossa – tto. Mòtte ta pedìa milùne ce travudùne, stène mo lemò anittò ce ma màddia ka tèlune na klàtsune ja ti charà”. 

“Καλημέρα σε όλους. Θέλω να πω δύο λόγια στην Γκρήκο. 
Eίμαι από το Soleto, ένα ελληνόφωνο χωριό της Grecìa Salentina. 
Η Γκρήκο είναι μία γλώσσα που ομιλείται ακόμη από τους ηλικιωμένους σε ένα από τa δύο γλωσσικά νησιά της Νότιας Ιταλίας, στην Grecìa Salentìna.
Η Γκρήκο σήμερα, παρ’ ότι διδάσκεται σε δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια, σιγά-σιγά εξαφανίζεται λόγω διαφόρων οικονομικών και πολιτικών λόγων. Αφού υπάρχει αυτός ο κίνδυνος, θα πρέπει να την προστατεύσουμε μιας και ανήκει στην μεσογειακή κουλτούρα για να συνεχίσει να ζει για πολύ καιρό.
Κάθε τόσο στο σχολείο μου έρχονται πολλοί άνθρωποι από την Ελλάδα, γιατί θέλουν να ακούσουν πώς μιλάμε την Γκρήκο: λένε ότι η γλώσσα τους είναι η γλώσσα μας. Όταν μιλάμε και τραγουδάμε στην Γκρήκο, μένουν έκπληκτοι και νιώθουν συγκινημένοι από την χαρά”.

Ο διαχρονικός Ελληνισμός δεν έχει στεγανά γεωπολιτικά και πολιτιστικά σύνορα∙ ήταν πάντα πολλαπλά και πολιτιστικά τα κέντρα ακτινοβολίας της ελληνικής παιδείας. Στην Νότια Ιταλία και ιδιαίτερα στις ελληνόφωνες νησίδες ηγεμόνευε ή τουλάχιστον ακτινοβολούσε η Ελληνική για πολλούς αιώνες∙ στις ελληνόφωνες νησίδες η Ελληνική Γλώσσα υπερτερούσε και κυριαρχούσε, ενώ η ιταλική γλώσσα και οι τοπικές ρομανικές διάλεκτοι θεωρούνταν μειονοτικές και «ξένες» γλώσσες. Είναι προφανές ότι η Ελληνική δεν μπορεί να θεωρηθεί ξένη γλώσσα στην σημερινή ακριτική περιοχή της Ελληνογλωσσίας.
Η Γκρήκο, η ελληνικής καταγωγής διάλεκτος της Απουλίας, ομιλείται ακόμα και σήμερα, κυρίως από τους ηλικιωμένους, στην Grecìa Salentina, τη Σαλεντινή Ελλάδα. Στη Νότια Ιταλία, στην ευρύτερη περιοχή του Ρέτζιο της Καλαβρίας από τη μία πλευρά, και του Lecce της Απουλίας από την άλλη, βρίσκονται αντίστοιχα δύο ελληνικές γλωσσικές νησίδες (η Bovesia και η Grecìa Salentina). Σ’αυτές τις περιοχές ακόμη και σήμερα διατηρείται άσβεστο το ελληνικό πνεύμα, μαζί με την Ελληνική Γλώσσα, η οποία έδωσε μια διάλεκτο, τα λεγόμενα «Γκρεκάνικα» (στην Καλαβρία) ή «Γκρήκο» (στην Απουλία). Τα ελληνόφωνα χωριά της Απουλίας βρίσκονται νοτίως του Lecce και είναι τα εξής: Calimera, Sternatia, Zollino, Corigliano d’Otranto, Soleto, Melpignano, Martignano, Martano, Castrignano dei greci, Carpignano e Cutrofiano. 
Η Γκρήκο διαδόθηκε προφορικά από γενιά σε γενιά, τουλάχιστον από το 1500, διατηρώντας τις αυθεντικές μορφές γραμματικής, αλλά χάνοντας σιγά σιγά πολλές λέξεις, οι οποίες αντικαταστάθηκαν από λέξεις της ιταλικής διαλέκτου. Διαμέσου των αιώνων, άνθισε στην Grecìa salentina ποικιλία τραγουδιών, τα οποία διασώθηκαν προφορικά. Κατά το 1800 σημειώθηκε ένα γεγονός πρωταρχικής σημασίας∙ πολλοί μελετητές (Σαλεντίνοι, Ιταλοί και ξένοι) άρχισαν να ενδιαφέρονται για την γραικανική γλώσσα και κουλτούρα.
Ο Μεγάλος Πόλεμος έφερε σε επαφή την ελληνόφωνη κοινότητα με τις υπόλοιπες κοινότητες της Ιταλίας και οι άνθρωποι αναγκάστηκαν να μιλάνε και να γράφουν Ιταλικά. Για τον Νότο άρχισε η περίοδος των κοινωνικών διεκδικήσεων. Ύστερα ακολούθησε η φασιστική εικοσαετία κατά την οποία υπήρξε αδιαφορία προς τις εθνικές γλωσσικές μειοψηφίες και υποβαθμίστηκαν στα σχολεία. Η κρίση της Grecìa salentina, ήδη λανθάνουσα επί μια τριακονταετία, ωρίμασε κατά την διάρκεια του Δεύτερου παγκοσμίου Πολέμου. Μετά τον πόλεμο και για λόγους κοινωνικο- οικονομικούς (μετανάστευση, σχολείο, εφημερίδες, ράδιο, τηλεόραση κλπ.) ο αριθμός των ομιλούντων μειώθηκε δραματικά. Η πολιτιστική κληρονομιά της Grecìa υποβαθμίστηκε,γιατί στα παιδιά διδάσκονταν μόνο τα Ιταλικά. Και μια τέτοια εξέλιξη έχει την σημασία της: η Γκρήκο μιλιόταν από αγρότες, από φτωχούς εργάτες, που μετέδιδαν τη γλώσσα προφορικά, στον κλειστό κύκλο της υπαίθρου γιατί δεν θεωρούνταν γλώσσα «χρήσιμη».
Μόλις τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται ένα αυξημένο ενδιαφέρον των κατοίκων της περιοχής για τις ρίζες τους, την ιστορία του τόπου τους, τις παραδόσεις και, φυσικά, για μια αναγνώριση της γλωσσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς. Το 1996 γεννήθηκε η « Ένωση Δήμων» της Grecìa salentina με σκοπό την προώθηση της γκραικανικής περιοχής.  Άρχισαν μαθήματα για την μελέτη και την διδασκαλία της Γκρήκο. Οργανώθηκαν μαθήματα για την μελέτη και την διδασκαλία της Γκρήκο με στόχο να εκπαιδευτούν δάσκαλοι προκειμένου να διδάσκουν την Γκρήκο στα σχολεία. 
Ο κρατικός Νόμος για τις Ιστορικές Μειονοτικές Γλώσσες της Ιταλίας, αρ. 482 του 1999, θεσπίστηκε για να προστατεύσει και να αξιοποιήσει τις γλωσσικές μειονότητες. Η βάση και η 
αιτία του νόμου, βρίσκεται στο Ιταλικό Σύνταγμα μεταξύ των αρχών του οποίου γράφεται ότι
«Η Δημοκρατία, προστατεύει με ειδικούς νόμους τις γλωσσικές μειονότητες». Βάσει αυτού
του νόμου στα σχολεία διαφόρων επιπέδων της Grecìa Salentina διδάσκεται η Γκρήκο με 
χρηματοδότηση του ιταλικού κράτους.
Η προέλευση της Γκρήκο έχει κατά καιρούς απασχολήσει γλωσσολόγους, αλλά και κοινωνικούς ανθρωπολόγους, που έχουν καταλήξει σε δύο βασικές θέσεις: οι γλωσσικές αυτές κοινότητες προέρχονται από  Έλληνες αποίκους δωρικής καταγωγής της Μεγάλης Ελλάδας, σύμφωνα με τους Γ. Xατζιδάκη και Gerhard Rohlfs ή από ελληνικούς πληθυσμούς του 10ου αι. της περιόδου ακμής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, σύμφωνα με τους Ιταλούς Giuseppe Morosi και Oronzo Parlangeli . Ο Γερμανός Rohlfs το καλοκαίρι του 1914, σε ηλικία 22 μόλις χρονών, ήρθε για πρώτη φορά στην Κάτω Ιταλία για να συγκεντρώσει το απαραίτητο υλικό για την διδακτορική του διατριβή. Καρπός των ερευνητικών του μόχθων υπήρξε το βιβλίο του Griechen und Romanen in Unteritalien  στο οποίο καταρρίπτεται η θεωρία του Morosi για την καταγωγή των ελληνικών ιδιωμάτων της Κάτω Ιταλίας από την γλώσσα των βυζαντινών αποίκων. Στις ίδιες θέσεις με τον Rohlfs και ο Α. Καραναστάσης, ο οποίος μας έδωσε δυο πολύ σημαντικά βιβλία, ενα λεξικό και μια γραμματική. Μία τρίτη θεωρία, είναι αυτή του Fanciullo, ο οποίος έγραψε ότι η Ελληνική Γλώσσα διαδίδεται στην Νότια Απουλία κατά την Ρωμαϊκή κατάκτηση, διότι κατ’ αυτήν την περίοδο, οι σχέσεις με την τότε ελληνόφωνη Μικρά Ασία ήταν πολύ στενές, πράγμα που αποδεικνύεται και από τις ανασκαφές που γίνονται στην περιοχή . 
Η κύρια συμβολή του Γερμανού έγκειται στο ότι κατέγραψε από το στόμα από απλούς ανθρώπους άγνωστο ως τότε υλικό, το μελέτησε με προσοχή και διαπίστωσε την ζωντανή παρουσία εκατοντάδων αρχαϊσμών, οι οποίοι μαρτυρούν την αδιάκοπη συνέχεια της γλωσσικής παράδοσης από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Ορισμένοι επιστήμονες δεν μπορούσαν  να φανταστούν ότι η προφορική παράδοση έχει ισχυρές ρίζες που ανάγονται στα βάθη των αιώνων. Ο Rohlfs έδωσε έμφαση στα δωρικά στοιχεία, π.χ. àsamo είναι το άσημος, lanò ο λήνος, nasìda η νησίδα, àchò ο ήχος κτλ. Ακόμα σημαντική είναι τα άφθονα σημασιολογικά δάνεια από την Αρχαία Ελληνική, όπως argàti  είναι το εύρωστο βόδι για βαριές εργασίες. 
Πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι, λόγω των ιστορικών και γλωσσολογικών εξελίξεων στην Γκρήκο, και λόγω του φαινομένου της διγλωσσίας (αρχικά Γκρήκο-ρομανική διάλεκτος - και στη συνέχεια ρομανική διάλεκτος - Ιταλικά), το σημερινό της λεξιλόγιο δεν καλύπτει καθημερινές επικοινωνιακές καταστάσεις όπως, για παράδειγμα, το ταχυδρομείο, την τράπεζα, την αστυνομία, την τροχαία κτλ. Γι’αυτό τον λόγο όταν οι ομιλητές αντιμετωπίζουν καταστάσεις για τις οποίες η Γκρήκο δεν διαθέτει λέξεις, δανείζονται λέξεις από την ρομανική διάλεκτο ή από τα Ιταλικά, προσαρμόζοντας τα δάνεια αυτά στην γραμματική της Γκρήκο (βάζοντας, για παράδειγμα, στα ρήματα της Ιταλικής τις καταλήξεις της γραμματικής της Γκρήκο), π.χ. anfurnìzo σημαίνει ψήνω, ancignèo αρχίζω, cuntèo μιλώ, κτλ.
Είναι προφανές ότι η γλωσσική κατάσταση ενός χωριού αντανακλάται και στα επώνυμα. Ο καθηγητής Paolo Stomeo από το Martano (Le) υποστηρίζει με βεβαιότητα πως το 25% των επωνύμων στο Salento  προέρχονται από ελληνικά επώνυμα. Σύμφωνα με τον Rohlfs, η ανάπτυξη αυτών των ονομάτων φτάνει μέχρι τον ένατο αιώνα και επιβεβαιώνεται πρώτα στις οικογένειες των ευγενών, αργότερα στην τάξη των αστών, ενώ στους αγρότες το ατομικό όνομα διατηρήθηκε επί μακρότερον. Υπερέχουν τα σαλεντίνικα επώνυμα που προέρχονται από Αγίους της Ανατολικής  Εκκλησίας. Ο πιο δημοφιλής στην Ελλάδα άγιος, ο Άγιος Νικόλαος, ο προστάτης των ναυτικών, αποτελεί την ρίζα πολλών σαλεντίνικων επωνύμων, όπως Nico, Nicolaci, Nicolini, Colaci, Colella, κτλ. Από τον Αρχάγγελο Μιχαήλ υπάρχουν στο Salento Micali, Miceli, Miccoli, Micucci. Από το όνομα του Αγίου Αθανασίου προέρχονται τα επώνυμα Atanasio, Attanasi, Tanasi.
Ας δούμε πως η ομηρική πατρωνυμική παράδοση έφτασε μέχρι σήμερα στο Salento. Πηλείδης λεγόταν ο Αχιλλέας, ο γιος του Πηλέα,  Ατρείδης ο Αγαμέμνων, ο γιος του Ατρέα,   Λαερτιάδης ο Οδυσσέας, ο γιος του Λαέρτη. Πιστά στην αρχαία ελληνική παράδοση είναι και τα σαλεντίνικα Andreaci, Gregoriadi, Antonaci, Stefanachi, Giannachi
Πρόσφατα, oι νέoι της Grecìa salentina θέλoυν να εκφράζoνται στην Γκρήκο και να «ξαναζωντανέψoυν» την γλώσσα των παππoύδων τoυς. Οι ενέργειες των Γκρεκάνων περιλαμβάνουν διαβήματα στις Αρχές, αδελφοποιήσεις με διάφορους δήμους της Ελλάδας, εκτύπωση της Γκρεκάνικης γραμματικής, έκδοση μικρών εφημερίδων και περιοδικών, βιβλίων, δημουργία πολιτιστικών συλλόγων. 

Η Ελλάδα ταξιδεύει, ολοένα ταξιδεύει -  Σεφέρης

Δεν υπάρχουν σχόλια